- ἐξαρτωμένης
- ἐξαρτάωhang uponpres part mp fem gen sg (attic epic ionic)ἐξαρτάωhang uponpres part mp fem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μεταγραφή — I (Βιολ.). Διαδικασία με την οποία ένας κώδικας σε μια αλυσίδα DNA μετατρέπεται σε αντίστοιχο κώδικα σε μια αλυσίδα RNA. Ο μηχανισμός της μ., όπως και ο διπλασιασμός του DNA, στηρίζεται στο ζευγάρωμα των νουκλεοτιδικών βάσεων· κατά τη μ., όμως,… … Dictionary of Greek
πολωσίμετρο — Όργανο που αποτελείται από δύο πρίσματα Nicol και χρησιμεύει για τη μελέτη των κρυσταλλικών σωμάτων και των διαλυμάτων τους, τα οποία έχουν την ιδιότητα να στρέφουν το επίπεδο πολωμένου φωτός, προσδιορίζοντας το μέγεθος και τη διεύθυνση αυτής της … Dictionary of Greek
Ανατολική Μακεδονία και Θράκη — Διοικητική περιφέρεια (14.157 τ. χλμ., 611.067 κάτ.) της Ελλάδας, η οποία περιλαμβάνει τους νομούς Δράμας, Έβρου, Καβάλας, Ξάνθης και Ροδόπης. Η πληθυσμιακή της πυκνότητα (43 κάτ./τ. χλμ.) είναι αισθητά μικρότερη από τη μέση πληθυσμιακή πυκνότητα … Dictionary of Greek
νευρικό σύστημα — Σύστημα οργάνων στα ζώα και στους ανθρώπους με το οποίο πραγματοποιείται η επαφή του οργανισμού με το περιβάλλον και με το οποίο αλληλοσυνδέονται τα όργανα μεταξύ τους και συντονίζονται οι λειτουργίες του σώματος. κεντρικό ν.σ. Στην κοιλότητα που … Dictionary of Greek